- βελονόφυλλα
- Φυτά με μακριά, πολύ λεπτά και σκληρά φύλλα, που μοιάζουν με βελόνα. Τα φύλλα έχουν μόνο ένα κεντρικό νεύρο (μονόνευρα), χωρίς διακλαδώσεις. Τα βελονοειδή φύλλα είναι γενικά μόνιμα και τα β. φυτά είναι αείφυλλα και διατηρούν την ίδια όψη όλες τις εποχές. Βελονοειδή φύλλα έχουν τα κωνοφόρα. Ο όρος β. χρησιμοποιείται σε αντίθεση προς τον όρο πλατύφυλλα, με τον οποίο χαρακτηρίζονται τα φυτά εκείνα τα οποία έχουν πλατιά φύλλα.
Διάφορα βελονόφυλλα: 1) ίταμος (τάξος η ραψώδης)· 2) πεύκο (πεύκη η δασική)· 3) ερυθρελάτη (πικέα η υψικάρινη)· 4) έλατο (ελάτη η κτενοειδής)· 5) λάριξ ο ευρωπαίος· 6) κυπαρίσσι (κυπάρισσος ο αειθαλής).
Οριζόντια τομή βελονόφυλλου πεύκου, χρωματισμένο με αντιδραστήρια, όπως φαίνεται στο μικροσκόπιο (φωτ. Arch. B).
Διάφορα βελονόφυλλα: 1) ίταμος (τάξος η ραψώδης)· 2) πεύκο (πεύκη η δασική)· 3) ερυθρελάτη (πικέα η υψικάρινη)· 4) έλατο (ελάτη η κτενοειδής)· 5) λάριξ ο ευρωπαίος· 6) κυπαρίσσι (κυπάρισσος ο αειθαλής).
Dictionary of Greek. 2013.